Μια Εθνική Πινακοθήκη που να μας αφορά

Από: Γαβριηλίδης Νικολαος

Source: Athinorama

Τι περιμένουμε από την επόμενη μέρα της Εθνικής Πινακοθήκης που παρουσιάστηκε από τη νέα διευθύντρια Συραγώ Τσιάρα.

Σύγχρονη, συμπεριληπτική, περιβαλλοντικά ευαίσθητη, κριτική, με ενσυναίσθηση και πολιτική άποψη. Κάπως έτσι, με όλες τις σωστές λέξεις συμβατό με τον νέο ορισμό των μουσείων που στοχεύουν στην ποικιλομορφία και τη βιωσιμότητα χωρίς αποκλεισμούς, παρουσιάστηκε το όραμα της επόμενης μέρας της Εθνικής Πινακοθήκης από τη νέα της διευθύντρια Συραγώ Τσιάρα σε συνέντευξη Τύπου τη Δευτέρα 31 Οκτωβρίου. Πίσω από τις λέξεις πάντως, έγινε σαφής η επί της ουσίας διάθεση για την πολύ αναγκαία ανανέωση του θεσμού που έχει τη στήριξη της πολιτείας. Ενός θεσμού πολύ δημοφιλούς, πράγμα σπάνιο για τα εικαστικά στην Ελλάδα, που όπως με ευχάριστη έκπληξη ακούσαμε έχει τις δυνατότητες από τα έσοδά του και μόνο να στηρίξει το πρόγραμμά του με αποτέλεσμα να χρειάζεται την πολύτιμη, μεγαλύτερη απ’ ότι στο παρελθόν βέβαια, δημόσια χρηματοδότηση κυρίως για τις ανάγκες λειτουργίας του οργανισμού και τη μισθοδοσία. 

Η Τσιάρα τιμώντας τους ανθρώπους της Πινακοθήκης καταρχήν, και βέβαια την εκλιπούσα διευθύντρια Μαρίνα Λαμπράκη Πλάκα, δεν φάνηκε ανυπόμονη για αλλαγές στη μόνιμη συλλογή αλλά εστίασε στις κινήσεις εκείνες που θα ενισχύσουν από τη μία τη σύνδεση του θεσμού με την επιστημονική κοινότητα και την έρευνα κι από την άλλη με την προσέλκυση ενός νέου κοινού και την ενδυνάμωση των σχέσεων με την κοινότητα. Επιστημονικά συνέδρια, εκπαιδευτικά και δημόσια προγράμματα και βέβαια, εντελώς νέας λογικής, για το θεσμό, ιστορικές εκθέσεις, που καταπιάνονται με το σύγχρονο αστικό τοπίο όπως διαμορφώθηκε μεταπολεμικά αλλά και με τους αγώνες για τη δημοκρατία στις μετα-δικτατορικές χώρες του Ευρωπαϊκού νότου και βασίζονται σε συνέργειες με φορείς – από την Ταινιοθήκη ως ευρωπαϊκά μουσεία – ξανανοίγουν την Πινακοθήκη στην πόλη και σε διαφορετικά κοινά με τρόπο ουσιαστικό. 

Γιατί για την Τσιάρα και τους ιστορικούς τέχνης της χώρας η Πινακοθήκη είναι ένα σημείο αναφοράς ως προς την επιστημονική και καλλιτεχνική τους ενηλικίωση, για κάποιους από μας όμως είναι ένας χώρος όπου μας πήγαν με το σχολείο να δούμε τον Θεοτοκόπουλο, επιστρέψαμε κάποιες φορές ως ενήλικες για τον Πικάσο και τους γάλλους πρωτοπόρους, τη Συλλογή Κωστάκη, τον Ακριθάκη, τον Λούκας Σάμαρας αλλά κάποια στιγμή έπαψε να μας αφορά. Και όπως όλα τα μουσεία σήμερα είναι χρέος της, περισσότερο από ποτέ, να μας αφορά, να μας προβληματίζει, να μας ψυχαγωγεί. Περιμένουμε λοιπόν ανυπόμονα το μέλλον, την περφόρμανς που θα ζωντανέψει τις καλλιτεχνικές-πολιτικές συγκρούσεις της εποχής του Παρθένη και θα μας δώσει ένα ακόμη κλειδί να κατανοήσουμε την αξία της δουλειάς του σε σχέση με το ιστορικό της συγκείμενο, το μεσοπάτωμα όπου σύγχρονοι καλλιτέχνες θα συνδιαλεχθούν με ιστορικά έργα, τις εκθέσεις εκείνες που θα μας μάθουν ιστορία (της τέχνης) αλλιώς, τα προγράμματα που μακάρι να μπορέσουν να εμπνεύσουν κάτι από αυτό μας ενέπνευσε σε εμάς η τέχνη στα παιδιά μας έτσι ώστε να αντισταθούν στο δυστοπικό μέλλον που διαφαίνεται. 

Υ.Γ. Περιμένουμε και το εστιατόριο στον 3ο όροφο που μπορεί να μην έχει βεράντα αλλά έχει μια ξεχωριστή θέα της πόλης και θα ανοίξει σε έναν περίπου μήνα (περισσότερα για το concept σύντομα). Ο χώρος δεν έχει βέβαια υποδομή/ άδεια για κανονική κουζίνα αλλά το όνομα του Έκτορα Μποτρίνι στην επιμέλεια του μενού, η τοποθεσία και οι προϋποθέσεις για ανεξάρτητη λειτουργία πέραν του ωραρίου δημιουργούν προσδοκίες. Όσο για το εστιατόριο-προορισμός, σαν αυτά που έχουμε χαρεί σε άλλα διεθνή μουσεία θα περιμένουμε μάλλον πολύ ακόμη για να το δούμε σε μουσείο της Αθήνας.

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *