Από: Μάριους Τσιουμποτάρου
Source: Αθηνόραμα
Ο Δανός σκηνοθέτης που έχει συνδέσει συνειδητά το όνομά του με ταινίες που προβοκάρουν, διαγνώστηκε με νόσο Πάρκινσον, είδηση που φουντώνει τα σενάρια πιθανής απουσίας του από την παγκόσμια πρεμιέρα του «The Kingdom» τον Σεπτέμβριο στο Φεστιβάλ Βενετίας.

Ο Δανός σκηνοθέτης πρόσφατα διαγνώστηκε με τη σοβαρή νευροεκφυλιστική νόσο Πάρκινσον, ανακοίνωσε η Zentropa, εταιρία παραγωγής του επισημαίνοντας ότι “είναι καλοδιάθετος και λαμβάνει αγωγή για τα συμπτώματα”. Η ανακοίνωση επιβεβαιώνει ότι ο φον Τρίερ συνεχίζει να εργάζεται πάνω στον νέο κύκλο της σειράς “The Kingdom”, ωστόσο, λόγω της κατάστασης της υγείας του, θα συμμετάσχει σε περιορισμένες εκδηλώσεις προώθησης της σειράς ενώ δεν είναι ακόμα γνωστό αν θα παραβρεθεί στην παγκόσμια πρεμιέρα της σειράς στο Φεστιβάλ Βενετίας το Σεπτέμβριο.
Ο Λαρς φον Τρίερ έχει συνδέσει συνειδητά το όνομά του με ταινίες που προβοκάρουν, με σκηνές φτιαγμένες ακριβώς για να ταράξουν τον θεατή, με θεματικές που οποιοσδήποτε άλλος σκηνοθέτης θα απέφευγε πάση θυσία. Ο δικός του τρόπος όμως δεν είναι απλώς γλαφυρός, ποντάροντας αποκλειστικά στην επίδραση του σοκ, αλλά κινηματογραφικά πρωτότυπος και νοηματικά ευρηματικός, δυσκολεύοντας αυτούς που θέλουν να τον απορρίψουν απερίφραστα. Μιλάμε άλλωστε για τον άνθρωπο που πιστεύει ότι μια ταινία πρέπει να ενοχλεί όσο μια πέτρα στο παπούτσι μας.
Πρόκειται για έναν από τους ελάχιστους σκηνοθέτες που εξελίσσουν συνεχώς το στιλ τους, διατηρώντας ταυτόχρονα την προσωπική τους ταυτότητα, ενώ οι ταινίες του είναι αδύνατο να ταξινομηθούν σε είδη. Στην 50χρονη καριέρα του, την οποία ξεκίνησε σε ηλικία 11 ετών, έχει συνδυάσει τη χρήση ασπρόμαυρου κι έγχρωμου φιλμ στην τριλογία της Ευρώπης (“Το Στοιχείο του Εγκλήματος”, “Epidemic”, “Europa”), προτού περάσει στο απογυμνωμένο και αυστηρό ως προς τους κανόνες του Δόγμα 95, το οποίο ίδρυσε μαζί με τον συμπατριώτη και συνάδελφό του Τόμας Βίντερμπεργκ (“Οικογενειακή Γιορτή”, 1998). Σε αυτήν του την περίοδο ο Τρίερ παρέδωσε δύο από τις σπουδαιότερες ταινίες του, το “Δαμάζοντας τα Κύματα” και το “Χορεύοντας στο Σκοτάδι”, κι έφτασε στην κορυφή με το απίστευτης σύλληψης κι εκτέλεσης “Dogville” (2003), που ανέτρεψε ουκ ολίγους παραδοσιακούς κινηματογραφικούς κανόνες.